Εορτολόγιο

Translate

Δευτέρα 24 Ιουλίου 2023

Λογοτεχνικοί χαρακτήρες & Μυθοπλασία

   

Η δυναμική ένταξη του εκτενούς λογοτεχνικού έργου, ενός μυθιστορήματος, διηγήματος, graphic novel, θεατρικού κ.τλ., στη σχολική πράξη, που επιδιώκεται εμφατικά στα νεότερα Π.Σ. του 2021, αποτελεί πράγματι ένα πολύ σημαντικό βήμα στην εκπαίδευση, το οποίο ευχόμαστε αυτή τη φορά να υλοποιηθεί. Παρακάμπτοντας τα «γιατί» και τα ερωτήματα που συνοδεύουν την πρακτική εφαρμογή της ένταξής του στο σχολείο, γιατί αυτά αποτελούν θέμα μιας άλλης, ολόκληρης, Ημερίδας, θα επικεντρωθώ σε έναν από τους βασικότερους άξονες προσέγγισης ενός αφηγηματικού λογοτεχνικού κειμένου, τους χαρακτήρες. Είναι αυτονόητο ότι οι χαρακτήρες μπορούν να μελετηθούν πιο ολοκληρωμένα στα εκτενή, αυτοτελή έργα.

Πολύ συνοπτικά, όμως, για το «πώς»: Οι διδακτικές ώρες που προβλέπονται για την ανάγνωση και τη μελέτη του ολόκληρου έργου είναι 15-16 ώρες, ώστε να είναι δυνατή η προσέγγισή του μέσα στον σχολικό χρόνο. Προτείνεται η διδασκαλία του εκτενούς έργου να γίνεται σε συνεχόμενα δίωρα, αν αυτό είναι εφικτό, ώστε οι μαθητές να το κατανοήσουν όλο. Έτσι, η τάξη θα αποτελέσει μιαν αναγνωστική κοινότητα. Η κατανομή των διδακτικών ωρών είναι συνάρτηση της έκτασης του έργου. Στις 15-16 διδακτικές ώρες, ενδεικτικά θα μπορούσαν να διατεθούν 2 διδακτικές ώρες για το προαναγνωστικό στάδιο (Προϊδεασμός- Αναγνωστικές προσδοκίες-Αφόρμηση, Περικείμενο (τίτλος, εξώφυλλο, οπισθόφυλλο, είδος κειμένου, θέμα κ.λπ.), 8-10 για το αναγνωστικό στάδιο (Πλοκή, Χαρακτήρες, Αφηγηματική φωνή, Εστίαση, Σκηνικό, Συμβολισμοί-Μεταφορές, Βασικότερα θέματα, ερμηνεία του κειμένου) και 4-6 για το μεταναγνωστικό στάδιο και την αναστοχαστική φάση (Προεκτάσεις (σχέση ανάμεσα στον μυθοπλαστικό και τον πραγματικό κόσμο/τον κόσμο των μαθητών), Δραστηριότητες (δημιουργική γραφή, διακαλλιτεχνικές), Αξιολόγηση). Αν για το έργο οι 15 διδακτικές ώρες δεν φαίνεται να επαρκούν, μπορεί να εφαρμοστεί το μοντέλο της ανεστραμμένης τάξης, δηλαδή οι μαθητές να διαβάζουν κάποια κεφάλαια στο σπίτι και να συζητώνται στην τάξη τα βασικά θέματα περιεχομένου, τεχνικής κ.λπ., καθώς και οι δραστηριότητες που δίνονται κάθε φορά. Υπενθυμίζεται ότι ο ρόλος του διδάσκοντος είναι διαμεσολαβητικός. 

Μεθοδολογικά, η προσέγγιση ενός λογοτεχνικού έργου στηρίζεται σε τρεις βασικές παραδοχές:

·     Προϋποθέτει τη βιωματική επαφή με τον αναγνώστη: αυτά που σκέφτεται δηλαδή και νιώθει ο αναγνώστης κατά την ίδια τη στιγμή της ανάγνωσης του κειμένου.

·     Διαθέτει πολυσημία, έχει χάσματα και κενά, που καλούν τον αναγνώστη να τα συμπληρώσει, να συν-οικοδομήσει το νόημα. 

·     Περιέχει συγκεκριμένες συμβάσεις και τεχνικές ως «ενδείξεις» του βαθύτερου νοήματος που υποφώσκει κάτω από το επίπεδο «επιφάνειας» του κειμένου.

Στο πλαίσιο αυτό στόχος της διδασκαλίας είναι η καλλιέργεια δεξιοτήτων και στάσεων που θα βοηθήσουν τον μαθητή:

·     Να εντοπίζει στο λογοτεχνικό έργο τις «ενδείξεις» των βαθύτερων νοημάτων.

·     Να είναι σε θέση να τις αξιοποιεί συνδυαστικά για να προσεγγίσει τη θεματική  του κειμένου και να διατυπώσει την άποψή του σύμφωνα με τη δική του προσληπτική ικανότητα και

·     Να αναγνωρίζει αναφορές/υπαινιγμούς σε ιστορικά και πολιτιστικά περικείμενα που προϋπάρχουν του έργου και το περιβάλλουν.

Σ’ αυτό το «ταξίδι» μπορούμε να προσδιορίσουμε τρεις στρατηγικές και τρόπους ανάγνωσης του λογοτεχνικού κειμένου:

(α) την εκ του σύνεγγυς ανάγνωση (close reading), δηλαδή την κατά μέρος ανάγνωση: αποτελεί μια προσεκτική και λεπτομερή ανάγνωση επιμέρους σημείων του έργου που προκαλούν την προσοχή του αναγνώστη και θεωρούνται σημαντικά για την κατανόηση και την ερμηνεία του, όπως οι λέξεις, η ειρωνεία, η αμφισημία και η μεταφορά κ.ά.

(β) την καθ’ όλον ανάγνωση: δηλαδή την ανάγνωση της ολότητας του έργου, σε συνδυασμό βέβαια και με την ανάγνωση των μερών του, ώστε ο μαθητής να έχει τη συνολική εποπτεία του λογοτεχνικού έργου για την πληρέστερη κατανόησή του και την κατασκευή ευρύτερων ερμηνειών.

(γ) τη μακρόθεν ανάγνωση: τη διακειμενική προσέγγιση του λογοτεχνικού έργου, δηλαδή την ανάγνωσή του από κάποια «απόσταση», όπως είναι η ανάλυση ενός μοτίβου ή θέματος σε συσχετισμό με ένα μεγάλο εύρος κειμένων, διαφορετικής πολιτισμικής προέλευσης.

Οι παραπάνω μέθοδοι αναγνωστικής προσέγγισης προτείνεται να συνδυάζονται, ώστε να αποκαλύπτουν διαφορετικές πλευρές των λογοτεχνικών κειμένων. Σ’ αυτό, λοιπόν, το πλαίσιο είναι σημαντική η συνεισφορά της μελέτης των λογοτεχνικών χαρακτήρων.

Γιατί όμως η ενασχόλησή μας με τους χαρακτήρες;

Για να κατανοήσουν πληρέστερα οι μαθητές ότι ένα λογοτεχνικό έργο δεν είναι παρά η αναπαράσταση ενός δυνητικού κόσμου, στο κέντρο του οποίου υπάρχουν ένας ή περισσότεροι χαρακτήρες, που κατοικούν σ’ έναν κόσμο που έχει μια χρονική και χωρική διάσταση και εκτελούν στοχευμένες ενέργειες. Η μελέτη τους στοχεύει στους τρόπους με τους οποίους η λογοτεχνία εμβαθύνει στους ανθρώπινους χαρακτήρες ατομικά και στις σχέσεις μεταξύ τους.

Τι είναι όμως οι «λογοτεχνικοί  χαρακτήρες»; Κατά τη Χρύσα  Κουράκη είναι «Πρόσωπα αποτυπωμένα λεκτικά στο κείμενο, των οποίων η υπόσταση διαμορφώνεται ανάλογα με την προσωπικότητα και την ιδιαίτερη ιδιοσυγκρασία του συγγραφέα». Επομένως, είναι κειμενικές κατασκευές, μυθοπλαστικές μορφές που στη συνείδηση του αναγνώστη διαμορφώνονται ως πραγματικοί άνθρωποι (Rimmon-Kenan).

Θα πρέπει, ωστόσο, να έχουμε επίγνωση ότι ένας ήρωας, ακόμα και αν έχει υπάρξει στην πραγματικότητα, δεν αποτελεί πραγματικό πρόσωπο, αλλά είναι προϊόν ανάμειξης του πραγματικού με το φανταστικό (Κουράκη, σελ. 95). Τα στοιχεία που συμβάλλουν στην αληθοφάνειά τους είναι η πειστικότητα, η ζωντάνια, η συνέπεια λόγων και έργων και η αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Να σημειώσουμε, επίσης, ότι η αληθοφάνεια των χαρακτήρων σε ένα λογοτεχνικό κείμενο και η αυστηρή αντιστοιχία τους με την πραγματικότητα δεν είναι ούτε εφικτή ούτε και ζητούμενο, αφού, καθώς λέει ο Β. Αθανασόπουλος, «η μυθοπλαστική αφήγηση είναι μια τέχνη, οπότε και αποτελεί ένα σύστημα συμβάσεων, και πρέπει να κρίνεται σε αυτή τη βάση, δηλαδή ως τέχνη και όχι ως ζωή». (Ιστορίες του κόσμου, σελ. 54). Ας μην ξεχνάμε ότι οι χαρακτήρες δεν είναι όντα προνομιούχα, με απεριόριστη ελευθερία, αλλά υπόκεινται στις δεσμεύσεις της αφήγησης (Αθανασόπουλος σελ. 55).

Γενικά, οι λογοτεχνικοί χαρακτήρες αποτελούν σημαντικό δομικό άξονα της μυθοπλασίας, τον θεμέλιο λίθο κάθε αφήγησης, αφού η κατασκευή τους συνδέεται άρρηκτα με την αναπαράσταση της ιστορικής, κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Μέσω της ταυτοτικής εξέλιξης τους ο αναγνώστης μπορεί να κατανοήσει και τους άλλους δομικούς άξονες της μυθοπλασίας, όπως το θέμα, τον «μύθο», την πλοκή, τη δομή, την εστίαση, τον χωροχρόνο, το σκηνικό κ.ά. Αυτό επιτυγχάνεται με τις κατάλληλες αφηγηματικές επιλογές: την οπτική γωνία και εστίαση, τις αναδρομικές αφηγήσεις στο παρελθόν των ηρώων και με ποικίλους άλλους αφηγηματικούς τρόπους (περιγραφή, διήγηση, διάλογο, μονόλογο κλπ). Με τον παντογνώστη αφηγητή η παρουσίαση των χαρακτήρων είναι σφαιρικότερη και επιτρέπει κρίσεις και συσχετισμούς, ενώ η παρουσίαση της ιστορίας από την οπτική ενός ήρωα κάνει την αφήγηση εγγύτερη στην πραγματική ζωή προσδίδοντάς της την εντύπωση μιας εξομολόγησης.

Οι χαρακτήρες μπορεί να μελετηθούν τόσο σε επίπεδο αφήγησης μέσα από τον προσωπικό τους λόγο ή τον λόγο του αφηγητή, τις σκέψεις και τις πράξεις τους, όσο και σε επίπεδο ιστορίας, από τα εξωτερικά και εσωτερικά τους γνωρίσματα, τη σχέση τους με  τον χωροχρόνο και την πλοκή, την οποία διαμορφώνουν με τις μεταβολές που συμβαίνουν στη ζωή ή στον τρόπο  συμπεριφοράς τους. Συνήθως η δράση πυροδοτείται από κάποια εξωτερική ή εσωτερική δοκιμασία που βιώνει ο ήρωας ή κάποια προβληματική κατάσταση στην οποία εμπλέκεται μαζί με άλλους που συμπάσχουν με αυτόν ή και τον αντιμάχονται.

Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες και τα ηθικά διλήμματα καθορίζονται από τις ιδιότητες που έχουν και οι οποίες επηρεάζουν τον τρόπο σκέψης και δράσης τους, επιδρώντας, έτσι, στην εξέλιξη της πλοκής. Ο αναγνώστης κατασκευάζει τον χαρακτήρα μέσα από τα στοιχεία που του ανακοινώνονται ή υπονοούνται στο κείμενο και έτσι νοηματοδοτεί τη δράση (εσωτερική και εξωτερική) του ήρωα.

Πολύ συχνά το ενδιαφέρον του αναγνώστη για μια αφήγηση συνδέεται άμεσα με τους νοητικούς ή ψυχικούς δεσμούς που αναπτύσσει προς τους χαρακτήρες της αφήγησης, επομένως ο τρόπος με τον οποίο τους διαγράφει ο συγγραφέας είναι πολύ σημαντικός. Συνήθως επιτυγχάνεται με άμεσο τρόπο: ο χαρακτήρας περιγράφεται από τον αφηγητή, εξωτερικά ή εσωτερικά,  ή αναδεικνύεται από τα σχόλια των άλλων χαρακτήρων ή ο ίδιος ο χαρακτήρας μιλάει για τον εαυτό του (άμεση έκθεση). Πιο αντικειμενική μέθοδος είναι η δραματική, κατά την οποία ο αναγνώστης σχηματίζει μόνος του άποψη για τον χαρακτήρα παρατηρώντας τις αντιδράσεις του ή τον τρόπο που λειτουργεί μέσα στο περιβάλλον του.

Με την άμεση ή έμμεση παρουσίαση των χαρακτήρων είναι δυνατόν να επιτευχθεί συμπάθεια ή και «ταύτιση» του αναγνώση με έναν από τους ήρωες, η λεγόμενη ενσυναίσθηση (ή εναίσθηση), η οποία καλλιεργείται με βάση τις δυνατότητες που παρέχει ο συγγραφέας στον αναγνώστη να διεισδύσει στην «εσωτερική ζωή» των ηρώων.

Η προσέγγισή τους μπορεί να ακολουθήσει, όπως ειπώθηκε ήδη, το διαδικαστικό μοντέλο. Στο προαναγνωστικό στάδιο δίνουμε στα παιδιά αναγνωστικές οδηγίες, οι οποίες αφορούν υποδείξεις των κειμενικών στοιχείων που παράγουν νόημα με την αλληλεπίδρασή τους κατά την «εκ του σύνεγγυς ανάγνωση» (close reading) σε σχέση με τους χαρακτήρες που θα συναντήσουν στο έργο. Λ.χ. οι μαθητές, μελετώντας το αφηγηματικό κείμενο, καλούνται να συγκεντρώνουν τα διάσπαρτα σχόλια, υπαινιγμούς ή ενδείξεις, όπως επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές ή ενέργειες, συναισθηματικές και ψυχολογικές αντιδράσεις κτλ των μυθιστορηματικών προσώπων. Οι αναγνωστικές οδηγίες μπορεί να είναι οι ακόλουθες:

· Μοιραστείτε σε ομάδες και καθώς θα διαβάζετε το έργο αναλαμβάνετε, με βάση το Φύλλο εργασίας 1,  να παρακολουθήσετε τη σχέση του κεντρικού ήρωα με τα άλλα πρόσωπα που τον πλαισιώνουν, συμπληρώνοντας ένα πίνακα ή εννοιολογικό χάρτη.

· Ο δικός σας ρόλος, με βάση το Φύλλο εργασίας 2, είναι να παρακολουθήσετε την εξέλιξη του κεντρικού ήρωα στο έργο μέσα από τα λόγια του, τις πράξεις του και τα λόγια των άλλων  προσώπων γι αυτόν.

 

Μια άλλη ιδέα είναι να δοθούν στους μαθητές πορτρέτα ηρώων με τις ακόλουθες ερωτήσεις:

Αν υποθέσουμε ότι οι εικόνες αποτελούν μυθιστορηματικούς χαρακτήρες: 

  Ποια μπορεί να είναι η ηλικία, η χώρα (ή ο πολιτισμός), η κοινωνική τάξη, το επάγγελμα, ο χαρακτήρας, η συναισθηματική κατάσταση τη στιγμή της απεικόνισης;

  Πώς μπορούμε να συμπεράνουμε από το φόντο, το περιβάλλον, το χρώμα και τον φωτισμό, το ντύσιμο, τη στάση του σώματος;

 

Εναλλακτικά, ζητάμε από τους μαθητές να επιλέξουν κάποιον λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό ήρωα που θυμούνται και να τον περιγράψουν.

 

Κατά το αναγνωστικό στάδιο, οι μαθητές καλούνται:

   Να διακρίνουν τον κεντρικό και τους δευτερεύοντες χαρακτήρες.

  Να ανακαλύψουν τα γνωρίσματα του βασικού ήρωα, εσωτερικά και εξωτερικά.

  Να διερευνήσουν αν τα γνωρίσματα αυτά  προκύπτουν από σταθερά επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές τους ή αποτελούν αντιδράσεις της στιγμής.

  Να ερμηνεύσουν τη σχέση της προσωπικότητας του με τις  ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες .

  Να ανακαλύψουν τις αφηγηματικές τεχνικές με τις οποίες αναδεικνύονται τα χαρακτηριστικά των ηρώων.

 Ο στόχος  μπορεί να επιτευχθεί με τις ακόλουθες ενδεικτικές ερωτήσεις:

· Η προσωπικότητα του χαρακτήρα συνάδει με την εξωτερική εμφάνισή του και τις ενέργειές του;

· Τα σχόλια και το «βλέμμα» άλλων προσώπων, σε σχέση με κάποιον χαρακτήρα, επηρεάζονται από προκαταλήψεις και άλλα στερεότυπα;

· Οι χαρακτήρες μοιάζουν σε σένα ή σε ανθρώπους που γνωρίζεις και ως προς τι; Διαφέρουν; Και ως προς τι;

· Οι χαρακτήρες αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ιστορίας; Αν ναι, τι είναι αυτό που τους αλλάζει και με ποιον τρόπο;

 

Ειδικά, σε σχέση με το τελευταίο ερώτημα, σύμφωνα με τον Βαγγέλη Αθανασόπουλο, οι χαρακτήρες μπορούν να διακριθούν ως προς τη λειτουργία τους, τον τρόπο παρουσίασής τους, την εξέλιξή τους και τον βαθμό της αλλαγής τους στη διάρκεια της πλοκής.

Ως προς τη λειτουργία τους στην πλοκή διακρίνονται σε πρωτεύοντες (πρωταγωνιστές, κύριοι, κεντρικοί) και σε δευτερεύοντες. Στα διηγήματα ή στις μικρές ιστορίες υπάρχει συνήθως ένας πρωταγωνιστής, στο μυθιστόρημα, όμως, μπορεί να έχουμε περισσότερους κύριους χαρακτήρες ή έναν πρωταγωνιστή και μερικούς «δευτεραγωνιστές» ή άλλα δευτερεύοντα πρόσωπα. Οι δευτερεύοντες γενικά χαρακτήρες πλαισιώνουν τον βασικό ήρωα, τον βοηθούν ή τον αντιμάχονται με μικρό ή σημαντικό ρόλο στην πλοκή. Συχνά ο πρωταγωνιστής χαρακτηρίζεται ως ήρωας, γιατί συγκεντρώνει μερικές θαυμαστές ιδιότητες, υπάρχει, όμως, και η περίπτωση να μην υπηρετεί κάποιες αξίες και ιδανικά, να είναι δηλαδή «αντιήρωας», παράδειγμα προς αποφυγή. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, ο αναγνώστης μπορεί να κατανοεί την αποκλίνουσα συμπεριφορά του και να τον συμπαθεί, όπως λ.χ. τη Φραγκογιαννού στη Φόνισσα.

Ως προς τον τρόπο παρουσίασής τους οι χαρακτήρες διακρίνονται σε σφαιρικούς και επίπεδους. Σφαιρικοί είναι οι πολυδιάστατοι χαρακτήρες, όσοι αναπαρίσταται με ιδιαίτερη λεπτομέρεια και συνδυάζουν πλήθος γνωρισμάτων, όπως ο Βασιλιάς Ληρ. Οι επίπεδοι είναι συνήθως μονοδιάστατοι και έχουν μια κύρια ιδιότητα, αναγνωρίζονται εύκολα και εντυπώνονται στη μνήμη, όπως λ.χ. ο Ηρακλής Πουαρό και ο Σέρλοκ Χολμς. Από τα παραδείγματα γίνεται φανερό ότι οι επίπεδοι χαρακτήρες μπορεί να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην πλοκή.

Ως προς τον βαθμό αλλαγής τους στη διάρκεια της πλοκής διακρίνονται σε απλούς (τύπους) και σύνθετους. Οι τύποι αποτελούν ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς συνήθως διαθέτουν ένα γνώρισμα σε υπερβολικό βαθμό, το οποίο καθορίζει τις πράξεις τους και επηρεάζει την πλοκή (π.χ. ο φιλάργυρος, ο αρχοντοχωριάτης, ο αλαζόνας κ.ά.).

Μια συχνή διάκριση των μυθοπλαστικών χαρακτήρων είναι σε στατικούς και δυναμικούς. Οι πρώτοι διατηρούν τις ιδιότητές τους (αντιλήψεις, νοοτροπία κτλ.) σταθερές μέχρι το τέλος του έργου, ενώ οι δεύτεροι εξελίσσονται στη διάρκεια της πλοκής λόγω των συνήθως δραματικών εμπειριών που βιώνουν, όπως ο Οιδίποδας ή ο Σκρουτζ. Αρκετές αφηγήσεις βασίζονται στη μεταβολή των χαρακτήρων κατά τη διάρκεια της πλοκής, όπως λχ. στα μυθιστορήματα της εφηβείας και ενηλικίωσης. Στην περίπτωση μεταστροφής των χαρακτήρων είναι ενδιαφέρον να εντοπίσουν οι μαθητές τα στοιχεία που την προκαλούν και τα κίνητρά τους και να προβληματιστούν αν η αλλαγή τους πλήττει ή όχι την αληθοφάνεια του έργου.

Γιατί, λοιπόν, είναι χρήσιμο να γνωρίζουν αυτή τη συμβατική κατηγοριοποίηση οι μαθητές; Γιατί έτσι μπορούν να εμβαθύνουν περισσότερο στα μυθοπλαστικά πρόσωπα, να εξετάσουν, δηλαδή, αν ο πρωταγωνιστής είναι στατικός χαρακτήρας ή και σφαιρικός ή  αντιήρωας.

Για να γίνουν κατανοητά όλα τα παραπάνω, οι μαθητές στο αναγνωστικό στάδιο μπορούν να σκεφτούν τα εξής:

· Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας που ξεχωρίζει από τους άλλους; Με ποιον τρόπο;

· Ή κάποιος χαρακτήρας τον οποίο συμπαθώ ιδιαίτερα ή ταυτίζομαι μαζί του; Γιατί; Είναι κάποιος τον οποίο αντιπαθώ ιδιαίτερα; Γιατί;

 

Τέλος, μετά την ανάγνωση μπορούν να δοθούν οι ακόλουθες δραστηριότητες σε σχέση με τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες:

·     Τι θα κάνατε εσείς διαφορετικό σήμερα στη θέση του ήρωα/των ηρώων;

·     Τι θα συνέβαινε αν άλλαζα τους ήρωες: έλειπε κάποιος χαρακτήρας / συμμετείχε κάποιος άλλος / γινόμουν εγώ (ή κάποιο πραγματικό πρόσωπο) χαρακτήρας της ιστορίας;

·     Τι θα συνέβαινε αν σε κάποιο σημείο της ιστορίας γινόταν … / ο ήρωας επέλεγε να …

·     Μετατρέπω τον «κακό» σε «καλό» και το αντίστροφο. Πώς μεταβάλλεται η ιστορία;

·     Αλλάζω το φύλο των χαρακτήρων. Επηρεάζει η αλλαγή αυτή την ιστορία; Με ποιον τρόπο;

·     Υποθέστε ότι παίρνετε συνέντευξη από τον συγγραφέα. Τι ερωτήσεις θα θέλατε να του θέσετε σε σχέση με τους χαρακτήρες;

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 

·             Αφού διαβάσετε το κείμενο καταγράψτε όλα τα δρώντα πρόσωπα και κρατήστε σημειώσεις για την ταυτότητά τους

·             Στη συνέχεια, έχοντας υπόψη σας ότι ο δραματικός μύθος στηρίζεται στη δράση του κεντρικού ήρωα που ενεργοποιεί και τη δράση των άλλων προσώπων, συμπληρώστε το παρακάτω μοντέλο δράσης.

 

Εναλλακτικά:

 

Μερικές σημαντικές διακαλλιτεχνικές δραστηριότητες τις οποίες μπορούμε να προτείνουμε σχετικά με τους χαρακτήρες είναι οι εξής:

· Οι μαθητές γράφουν ένα δικό τους κείμενο με ένα ήρωα δικής τους επινόησης. Σκιαγραφούν το περιβάλλον του, την καθημερινότητά του, τις ιδέες του, τις σχέσεις του με άλλα πρόσωπα. Η αφήγηση μπορεί να είναι πρωτοπρόσωπη ή όχι, να έχει τη μορφή ημερολογιακού ή επιστολικού αφηγήματος, εσωτερικού μονολόγου ή ακόμη και θεατρικού έργου.

· Δημιουργούν ένα βίντεο με ένα κινηματογραφικό ή θεατρικό ήρωα γράφοντας το σχετικό σενάριο.

 

Μετά την ολοκλήρωση της επεξεργασίας του βιβλίου, οι μαθητές/-τριες θα πρέπει να το αντιμετωπίσουν στην ολότητά του και να αναζητήσουν πώς η διαγραφή των χαρακτήρων συνδέεται με την ερμηνεία του, τις ιδέες και τις αξίες που προβάλλονται στο έργο και τους τρόπους γενικότερα με τους οποίους ο συγγραφέας επικοινωνεί με τους αναγνώστες. Είναι βέβαιο πως η διαδικασία αυτή δεν θα τους αφήσει αδιάφορους. Ίσως μάλιστα και να τους κάνει κριτικότερους ή και σοφότερους.

 

Βιβλιογραφία

Αθανασόπουλος Βαγγέλης (2010), Οι ιστορίες του κόσμου. Τρόποι της γραφής και της ανάγνωσης του οράματος.  Αθήνα: Πατάκης.

Κουράκη Χρύσα (2008). Αφήγηση και λογοτεχνικοί χαρακτήρες, Τα μυθοπλαστικά πρόσωπα στο πεζογραφικό έργο της Ζωρζ Σαρή (1969-1995).

Παπαγεωργάκης, Δ. (2006). «Παρουσίαση μυθιστορήματος στο Λύκειο» στο Λογοτεχνία και Εκπαίδευση, επιμ. Β. Αποστολίδου και Ε. Χοντολίδου, Τυπωθήτω.

Παπαγεωργάκης, Δ. & Ε. Φρυδάκη (2018). «Αναγνωστικές πρακτικές στη διδασκαλία της λογοτεχνίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση: αναζητώντας το χαμένο παράδειγμα» στο Λογοτεχνική ανάγνωση στο σχολείο και την κοινωνία, επιμ. Β. Αποστολίδου, Δ. Κόκορης, Μ.Γ. Μπακογιάννης, Ε. Χοντολίδου, Αθήνα: Gutenberg.

Παπαντωνάκης Γεώργιος & Κωτόπουλος Τριαντάφυλλος (2011). Σκηνικό Χαρακτήρες Πλοκή, Διαβάζοντας ένα Λογοτεχνικό Κείμενο, Για παιδιά και νέους, Αθήνα: Ίων.

Rimmon – Kenan, S. (2002). Narrative Fiction: Contemporary Poetics. London: Methuen.